Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2008

Αναπάντητα ερωτήματα

> Τα περδίκια δεν αρρωσταίνουν ποτέ?
> Που είναι ο Βρόντος?
> Ποιον κέρδισε τελικά η Χαβάη 5-0?
> Πόσα χρόνια διαρκεί ένα ζαμάνι?
> Τα ΑΤΜ γιορτάζουν της Αναλήψεως?
> Πριν τον γάμο του Καραγκιόζη, έγινε μπάτσελορ πάρτυ?
> Έχει γίνει ποτέ αγώνας αυτοκινήτων στην Πέτρου Ράλυ?
> Τα αμπελοφάσουλα, παράγουν κρασί ή φασολάδα?
> Ο «μπεκρή μεζές» ανιχνεύεται στο αλκοτέστ?
> Λύθηκαν ποτέ τα Ελευσίνια Μυστήρια?
> Για ποιο λόγο σιδερώνουν τις πυτζάμες?
> Σε τι διαφέρει ένα ημιυπόγειο από ένα ημιισόγειο?
> Επιτρέπονται τα μπινελίκια στο Ευγενίδειο Ίδρυμα?
> Τελικά τι χρώμα έχουν τα χρωμοσώματα?
> Το «κουέρβω» στέκει και ως ρήμα?

> Γιατί το Extra Large γράφεται XL και όχι EL?
> Γιατί βάζουν έγχρωμο φιλμ όταν βγάζουν φωτογραφίες ζέβρες?
> Τα μέντιουμ μπορούν να ευχαριστηθούν τα Kinder έκπληξη?
> Γιατί τα ντουλάπια στα αστυνομικά τμήματα έχουν κλειδαριές?
> Πόσο καλή φρούρηση έχουν πια αυτά τα πράσα και τους πιάνουν όλους εκεί?
> Οι πιτσαρίες πως ελέγχουν ότι κάποιος που παρήγγειλε οικογενειακή πίτσα δεν είναι εργένης?
> Αφού ο Θεός είναι παντοδύναμος, ο διάβολος συνεχίζει να υπάρχει λόγω ... fair play?
> Γιατί το λένε λευκό κρασί αφού είναι κίτρινο?
> Αφού ο στρατιώτης είναι άγνωστος πως ξέρουμε ότι είναι Έλληνας?
> Ποια από τις δύο είναι η άλλη όψη του νομίσματος?
> Πόσοι κούκοι φέρνουν την άνοιξη?
> Η Αίγινα στα αγγλικά δεν θα έπρεπε να λέγεται I became?
> Πόσοι ήταν οι κατασκευαστές πλυντηρίων?
> Ποιος ακριβώς ενημέρωσε τον Ταρζάν για το πώς ονομάζεται;
> Όταν δεν βρέχει, πώς ονομάζεται το Rain Forest;
> Πού ακριβώς είδε το 'άλογο' ή τον 'κάμπο' αυτός που αποφάσισε να δώσει όνομα στον 'ιππόκαμπο';
> Τι ακριβώς σιχαίνεται ο Μίκυ Μάους και φοράει γάντια;
> Αυτό το 'διαφανές-περιτύλιγμα-με -τις-φουσκάλες-που-κάνουν-τσούκου-τσούκου-και-κάθονται-όλοι-και-τις-σπάνε-σαν-υπνωτισμένοι' ξέρει κανείς πώς λέγεται με μία λέξη???
> Με ποιόν ακριβώς μπορεί να έχει κόντρα, ένα πλακέ;
> Δεν είναι περιττό να χτυπάει το τηλέφωνο πριν το σηκώσουν, στις γραμμές των Μέντιουμ;
> Γιατί τα λένε meeting αφού όσοι συμμετέχουν γνωρίζονται ήδη;
> Αυτός που έγραψε το στίχο 'Σαν την παπαρούνα μοιάζεις, κι όλο χρώματα αλλάζεις', τι ακριβώς είχε πάρει;
> Όταν ένα 'χάσκυ' κλείσει τελικά το στόμα του, πώς λέγεται;
> Πότε προλαβαίνουν οι Ιατρο-δικαστές, να σπουδάσουν και Ιατρική και Νομικά;
> Τι γνώσεις βοτανολογίας είχε αυτός που ονόμασε το συγκεκριμένο ποτό, 'Μαργαρίτα';
> Όταν οι καλόγεροι κάνουν παρέα, αποκαλούνται ακόμα 'Μοναχοί';
> Αυτός που γράφει 'ακόμα πιο νόστιμο', στη συσκευασία των Friskies, πώς είναι τόσο σίγουρος;
> Πόσο γρήγορα πρέπει να πίνεται επιτέλους ο 'στιγμιαίος' καφές;
> Αντί το Κογιότ να αγοράζει τόσα μηχανήματα προκειμένου να πιάσει και να φάει το 'Μπιπ-Μπίπ', δε θα μπορούσε με τα ίδια λεφτά να παραγγείλει ένα πλήρες γεύμα;
> Τι χρώμα γίνονται οι χαμαιλέοντες όταν βρεθούν μπροστά στον καθρέφτη;
> Τι γίνεται όταν το 'Fortune Cookie', έχει διαφορετική άποψη από το ωροσκόπιο;
> Πώς γίνεται και κάθε χρόνο καίγεται πάντα ο 'τελευταίος πνεύμονας πρασίνου';
> Τόση λίγη εκτίμηση, δείχνουν πια όλοι οι ταξιτζήδες για τα αυτοκίνητά τους, ώστε να κολλάνε και αυτοκόλλητα που γράφουν 'σιγά τις πόρτες';
> Τι συμβαίνει στην περίπτωση που δύο συνδρομητές με αναμονή κλήσης, τηλεφωνηθούν ακριβώς την ίδια στιγμή;
> Πρώτα εμφανίστηκαν τα μυρμήγκια ή οι μυρμηγκοφάγοι;
> Είναι φυσιολογικό να υπάρχει τμήμα αισθητικής προσώπου στο ΙΕΚ 'ΑΚΜΗ';
> Υπάρχει πραγματική διαφορά ανάμεσα στο παγωτό πύραυλο και στο παγωτό χωνάκι;
> Τα ψάρια πώς καταφέρνουν να κολυμπάνε με γεμάτο στομάχι;
> Πώς γίνεται να πετάξεις στα σκουπίδια ένα σκουπιδοτενεκέ;
> Οι ορφανοί επιτρέπεται να μπαίνουν σε οικογενειακές ταβέρνες?
> Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αρχαίους Έλληνες?
> Οι γιατροί που τρώνε ένα μήλο την ημέρα είναι μαζόχες?

Απαγορευμένες παροιμίες

Απαγορευμένες παροιμίες που δεν τις μάθαμε όταν ήμασταν παιδιά :

Εδώ γαμούν αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη

Έκλασε η νύφη, σχόλασε ο γάμος

Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η δεν την αφήνει η χαρά

Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο

Ξερά σκατά στον τοίχο δεν κολλάνε

Ο καθένας την πορδή του μοσχολίβανο την έχει

Ο κουφός και ο κλανιάρης πάνε δίπλα στα νταούλια (εξήγηση: ο ένας για να ακούει και ο άλλος για να μην ακούγεται)

Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές

Οι γύφτοι τα μαλώματα τα 'χουν για πανηγύρια

Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, το ένα θα μπεί στον κώλο του

Παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι

Παιδιά, σκατά και σύννεφα δεν πιάνονται

Πέρσι έχεσε, φέτος βρώμισε

Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούνι τ' αρχίδια

Πολύ κο-κο και κανένα αβγό

Το μουνί και το χταπόδι, όσο το χτυπάς απλώνει

Το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει

Το ράσο θέλει καλοπέραση κι η πουτανιά φτιασίδι

Το ντέφι κι' η Αποκριά είναι του πούστη η χαρά

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008

Σκέψεις του...κώλου


Κώλοι πολλοί υπάρχουνε εις το ωραίον φύλον, με σχήματα διάφορα σε μέγεθος ποικίλον,

κώλοι χοντροί, κώλοι λεπτοί, κώλοι απαλοί κι αφράτοι,

κώλοι σα ζύμη μαλακοί και κώλαροι τριζάτοι,

κώλοι σκληροί σαν πέτρινοι και άλλοι λαστιχένιοι,

κώλοι δροσάτοι, τροφαντοί και κώλοι μαραμένοι,

κώλοι μεγάλοι σαν βουνά και κώλοι μια χουφτίτσα,

κώλοι που 'χουν κουνήματα και κάνουνε καπρίτσια,

κώλοι σαν τάβλα επίπεδοι, κι άλλοι ψηλά βαλμένοι,

κώλοι σαν φράπες τουρλωτοί και κώλοι κρεμασμένοι,

κώλοι κομψοί, συμμετρικοί και περιποιημένοι και κώλοι ασουλούπωτοι, "μπόγοι ακοδεμένοι",

κώλοι σαν τριαντάφυλλο και κώλοι σαν αχλάδι,

κώλοι που προκαλούν κλοτσιά κι άλλοι που θέλουν χάδι,

κώλοι σαν αλαβάστρινοι, που μοιάζουν με καθρέφτη,

κώλοι που θέλουν φίλημα κι άλλοι που θέλουν νέφτι,

κώλοι σπανοί, δασύτριχοι, κώλοι σαν κολλιτσίδες και κώλοι που στενάζουνε από αιμορροΐδες,

κώλοι ακριβοί, κώλοι φτηνοί, μονάχα δυο παράδες και κώλοι που προσφέρονται εις τους ….-άδες,

κώλοι "τοιούτων", ευτραφείς, μοσχοπουδραρισμένοι και κώλοι απλησίαστοι γιατ' είναι λερωμένοι,

κώλοι αριστουργήματα, όλο καλλιγραφία και κώλοι σαν της μυλωνούς την ανορθογραφία,

κώλοι που σε ζαλίζουνε σαν τους κρυφοκοιτάς και που σε κάνουνε να λες ... "ή ταν ή επί τας"!

κώλοι οπού το βλέμμα σου δεν ξεκολλά ευκόλως, που τους θωρείς όταν περνούν κι αναφωνείς: "Τι κώλος!"

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008

Αδιέξοδοι έρωτες

Προσπαθώ εδώ και χρόνια να καταλάβω το λόγο ύπαρξής τους. Από τη μια σκέφτομαι ότι αφού προκαλούν τόσο πόνο καθ’ όλη τη διάρκεια τους, ποιος ο λόγος να υπάρχουν, αλλά από την άλλη, για να τους έκανε ο Θεός (ή ο διάολος, δεν θα το λύσουμε τώρα), κάτι θα έχουν να προσφέρουν στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Τους έρωτες αυτούς τους έχω νιώσει στο πετσί μου, τους έχω ερωτευτεί δυνατά, τους έχω ζήσει σε όλο τους το μεγαλείο, μα πάνω απ’ όλα έχω περάσει τις καλύτερες μου στιγμές μαζί τους. Έχω μετανιώσει για γκόμενους που είχα σχέση, κανονική - φυσιολογική - με δυο άτομα, αλλά για τους αδιέξοδους ποτέ.

Πιστεύω στο Θεό, στους ανθρώπους, σε μένα, μα πάνω απ’ όλα πιστεύω στη Μοίρα. Ο Η. ήταν το κάρμα μου, ήταν και είναι η συνάντηση (Κορυφής μη σας πω) της ζωής μου. Ακόμα και αν υπήρχε μια μαγική ευχή να μην τον συναντούσα ποτέ στη ζωή μου, δεν θα ζητούσα να εκπληρωθεί. Θα διάλεγα να ζούσα με το ίδιο πάθος αυτό τον αδιέξοδο έρωτα. Κάποια υπέρτατη δύναμη τον είχε στείλει σε μένα και είχα γεννηθεί για αυτή την αγάπη, ήμουν άξια για αυτή την αγάπη, ήμουν εκεί και είχα καρδιά ανοιχτή για να τη ζήσω, για να την κάνω όνειρο, και να την μετατρέψω σε καημό. Πείτε το ανάγκη, συνήθεια, τρέλα, έρωτα, μαζοχισμό, αλλά ο Η. ήταν η πραγματική μου αλήθεια. Ήταν η αξία μου.
Τον γνώρισα ένα χειμωνιάτικο Σαββατόβραδο. Εκείνο το βράδυ μίλησε το ποτό και το επόμενο τα κορμιά μας. Τον ερωτεύτηκα αμέσως και το παραμύθι, μεταφορικά και κυριολεκτικά, μόλις άρχισε. Ο Η. ήταν όμορφος, γεροδεμένος, πειραχτήρι, ατακαδόρος, περιπετειώδης, μα πάνω απ’ όλα είχε έξυπνο χιούμορ, που με έκανε να περνάω πάντα, πολύ καλά μαζί του. Μαζί του λάτρεψα την Άννα Βίσση, που μέχρι τότε δεν ήξερα καν ποια ήταν. Με έμαθε καινούργιες λέξεις και φράσεις, αλλά κυρίως με καμάρωνε για ότι έχω κάνει στη ζωή μου – μικρό, μεγάλο, ενδιαφέρον, αδιάφορο - και για ότι σκεφτόμουν να κάνω, κάτι που δεν ξαναβρήκα σε καμία σχέση μετά τον Η..

Τρείς μήνες μετά την γνωριμία μας και ενώ με καληνύχτιζε έξω από το σπίτι μου άνοιξε το γλυκό του στοματάκι και είπε: «Είμαι με την Γ. εδώ και έξι χρόνια», χαμογέλασα όταν το είπε, εκείνος όμως δεν αστειευόταν. Οκτώ μαγικές λεξούλες κατόρθωσαν να διαλύσουν λόγια, συναισθήματα, στιγμές. Ο Η. ήταν της Γ. , και ήταν της Γ. πολύ πριν με γνωρίσει. Ο Η. ανήκε αλλού και από εκεί που ήμουν κυρία και αρχόντισσα, έγινα δεύτερη και καταϊδρωμένη.

«Δεν μπορώ να το έχω άλλο μέσα μου. Δεν αντέχω άλλο. Δεν μπορώ να σε κοροϊδεύω», εκείνος ξαλάφρωσε και εγώ έπεσα στα πατώματα. Μου πήρε μια εβδομάδα να συνειδητοποιήσω το τι ακριβώς μου είπε και μέσα στην επόμενη εβδομάδα είχα βάλει στόχο να τον ξεπεράσω. Έτσι είμαι εγώ. Ταλαιπωρώ τον εαυτό μου σε ξύδια και κραιπάλες τρία μερόνυχτα και μετά είναι σα να μη συμβαίνει τίποτα. Ένα βράδυ, της δεύτερης εβδομάδας, εμφανίστηκε στο κατώφλι του σπιτιού μου μεθυσμένος, κλαμένος και με μουσική υπόκρουση μπουζούκια Εθνικής Οδού. «Σ’ αγαπάω. Δεν μπορώ χωρίς εσένα. Είναι άρρωστο το ξέρω, αλλά σας αγαπάω και τις δυο». Έκλεισα την πόρτα, με εκείνον μέσα φυσικά, και από εκείνη τη στιγμή παρασύρθηκα χωρίς να μπορώ –και κατά βάθος χωρίς να θέλω- να αντισταθώ στο άμετρο πάθος και στις ηδονές που απλόχερα αυτός ο άντρας μου χάρισε για τέσσερα περίπου χρόνια.

Κάνοντας έναν απολογισμό ξέρω πως ο Η. με αγάπησε πραγματικά. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ‘δεύτερη’ και εκείνος με βοήθησε πολύ να το προσπεράσω και να μάθω να αγαπάω διαφορετικά. Ναι διαφορετικά. Κατά καιρούς βέβαια, με έπιανε το σύνδρομο ‘αυτό που αξίζει ο καθένας ζει’. Αυτό άξιζα; Να ζω μια ‘μισή’ ζωή, να έχω μια ‘μισή’ σχέση με έναν ‘μισό’ άνθρωπο; Κι όμως, με ένα μαγικό τρόπο, απών ή παρών, ο Η. εξαφάνιζε κάθε τέτοιου είδους σκέψη από το μυαλό μου. Μου έλεγε συχνά ότι συναντηθήκαμε σε λάθος χρόνο, συμφωνούσα και συμπλήρωνα και σε λάθος γαλαξία. Μου έδινε πάντα χώρο, χρόνο, ποσότητα και ποιότητα. Με γοήτευε η αδύναμη δύναμη του ή μάλλον η δυνατή αδυναμία του. Κάθε φορά που τον κοίταζα, έπαιρνα τόσο μεγάλη δόση συναισθημάτων που δεν με ένοιαζε που παράλληλα βίωνα τις καταστροφικές συνέπειες αυτού του έρωτα. Πάντα ζητιάνευα μια καλή κουβέντα από εκείνον, ένα ‘σ’ αγαπώ’, ένα ‘ναι’ και εκείνος ήταν πάντα εκεί πρόθυμος και έτοιμος να ανοίξει στόμα και χέρια και να με καθησυχάσει. Με τον Η. έζησα τον απόλυτο έρωτα και ξέρω ότι ήταν ο απόλυτος γιατί η παντοδυναμία του ερωτικού ενστίκτου είναι αναμφισβήτητη.

Μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια προσπάθησα δυο φορές να φύγω από το αδιέξοδο αυτό. Έφευγα από κοντά του με μια μόνο επιθυμία. Να αντέξει η καρδιά μου. Προσπάθησα πολύ να μην ξαναγυρίσω σε εκείνον. Έπρεπε να μην ξαναγυρίσω ποτέ σε εκείνον, ποτέ. Έπρεπε να αντέξω να ζω χωρίς εκείνον και να μη θυμάμαι τίποτα από εκείνον, να τα ξεχνούσα όλα. Με το αναπάντητο ερώτημα στο μυαλό μου ‘τι είχα ανάγκη τελικά, να τα ξεχάσω όλα ή να μη θυμάμαι τίποτα’, γύριζα κοντά του, σε λιγότερο από εβδομάδα, υποταγμένη στη μοίρα μου, να την ακολουθώ χωρίς να μπορώ να αντιδράσω λογικά. Αλλά και πάλι, πότε συναντήθηκε ο έρωτας και η λογική, για να μπορέσω και εγώ να τα συνδυάσω; Ζούσα τις πιο έντονες ευτυχισμένες στιγμές μου με ανάμεικτα συναισθήματα βέβαια, αλλά θεωρώντας τον εαυτό μου πέρα για πέρα ‘φυσιολογικό’ άνθρωπο, μιας και για μένα ‘φυσιολογικό’ είναι όταν το ερωτικό πάθος συσκοτίζει το λογικό. Το ότι απολάμβανα άμετρα τα παράνομα, αλλά και καταδικασμένα συναισθήματα με έκαναν αυτόματα και ‘φυσιολογικό’ άνθρωπο. Δεν μπορούσα (και εξακολουθώ να μην μπορώ) να συμφωνήσω με την ευρύτερη κοινωνική αποδοχή που θεωρεί τα ‘φυσιολογικά’, ως τον έλεγχο και την ευταξία των αισθημάτων . Επίσης δεν είμαι ηλίθια. Αν ήθελα να φύγω θα το είχα κάνει. Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω. Και εγώ, ναι, δεν ήθελα να φύγω. Αυτό που κάποιοι ονόμαζαν δυστυχία, εγώ το έλεγα ευτυχία, το δάκρυ το ονόμαζα χαρά, τις ώρες που δεν μπορούσε να είναι μαζί μου, παρέα και τον πόνο που ένιωθα όταν ήταν μαζί της, έρωτα.

Δεν ήξερα, ούτε φανταζόμουν μέχρι πότε θα είμαστε μαζί. Συνήθως αυτού του είδους οι σχέσεις έχουν μια ημερομηνία λήξης, σαν τα γιαούρτια. Λίγο πολύ καταλαβαίνεις, από την ξινίλα στη γεύση, πότε δεν είναι φαγώσιμο. Ήξερα όμως, ότι ήθελα να το ζήσω μέχρι το τέρμα, με κάθε κόστος. Πείτε το ανάγκη, πείτε το εξάρτηση, πείτε το αγάπη, εγώ ήμουν εκεί. Φοβόμουν ναι, αλλά στεκόμουν εκεί και πίστευα, χωρίς να ξέρω τελικά τι είναι αυτό που πίστευα. Φοβόμουν και έτρεμα γιατί περίμενα, γιατί δεν μπορούσα να φύγω από εκείνον, από εμένα, από εμάς.

Ο Η. σιγά σιγά απομακρυνόταν, το έβλεπα, το ένιωθα, το ζούσα. Το χειρότερο ήταν ότι δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Τι να έκανα δηλαδή; Τι μπορούσα να κάνω; Ήμουν σαν το θεατή σε μια ταινία τρόμου, που βλέπει τον δολοφόνο να πλησιάζει το θύμα του και θέλει να φωνάξει ‘πρόσεχε’, ‘τρέχα’, ‘θα σε σκοτώσει’. Τον άφησα να φύγει από τη ζωή μου τόσο ήσυχα, όσο βίαια είχε μπει. Για λίγο καιρό κρατήσαμε το ‘να είσαι μέσα στη ζωή μου, παρόν όταν σε χρειάζομαι, χωρίς δεσμεύσεις’, αλλά κοροϊδεύαμε τους εαυτούς μας.

Από εκείνον μου έχουν μείνει δυο όμορφες λέξεις, «το σ’ αγαπώ» και το «σε χρειάζομαι», και στα αυτιά μου ο ήχος που πρόφερε το όνομα μου. Όλα τα υπόλοιπα τα έχω κρατήσει μέσα μου…η αγάπη δεν φεύγει.

« Η τραγωδία του καταδικασμένου έρωτα είναι μια αλληγορία της επιθυμίας», Μ. Καραγάτσης.

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Ο θείος Δημήτρης

Ο θείος Δημήτρης είναι ο θείος που όλοι θα θέλαμε να έχουμε…οκ, αν όχι όλοι, οι περισσότεροι.

Ο θείος Δημήτρης είναι το ‘μαύρο πρόβατο’ της οικογενείας… εντάξει δεν είναι μαύρος κατράμι, αλλά έχει χρωματάκι που πλησιάζει στο φιμέ.

Ο θείος Δημήτρης δεν μοιάζει, μέσα και έξω, με κανέναν από το σόι … γι’ αυτό λένε πώς η γιαγιά την έκανε την κουτσουκέλα της στα νιάτα της.

Ο θείος Δημήτρης είναι ανύπαντρος, από επιλογή και όχι από ατυχία, και 50 χρονών… αλλά μοιάζει με 40.

Ο θείος Δημήτρης έχει μια μηχανή με πολλά μουλάρια πάνω της, που τα βάζει και τρέχουν μόνο όταν βρέχει… βίτσια είναι αυτά.

Ο θείος Δημήτρης είναι αθλητικός τύπος. Πάει γυμναστήριο κάθε μέρα…μέχρι την πόρτα και ξαναφεύγει.

Ο θείος Δημήτρης είναι κινητό internet… ξέρει απ’ όλα και πολλά.

Ο θείος Δημήτρης μαγειρεύει σαν γυναίκα… πρόσφατα αγόρασε και μηχάνημα μαριναρίσματος.

Ο θείος Δημήτρης γκομενίζει στο Zoosk, στο Facebook… λυσσάρες τρέξατε να τον βρείτε.

Ο θείος Δημήτρης είναι πολύ καλός συνομιλητής και διαγολόγος …. στο cinema, καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου.

Ο θείος Δημήτρης είναι πολύ στριμωγμένος τελευταία…σε χώρο και σε χρόνο.

Ο θείος Δημήτρης αυτοσαρκάζεται συνέχεια…..δωρεάν ψυχοθεραπεία κάνει.

Ο θείος Δημήτρης έστειλε τα χαρτιά του Κτηματολογίου….με τον Ελτά.

Ο θείος Δημήτρης ξεσκίζεται κάθε Τετάρτη… στο τάβλι.

Ο θείος Δημήτρης έχει ένα κρυφό χαμόγελο… για όλες τις θαυμάστριες του.

Ο θείος Δημήτρης έχει μια ανταύγεια… θεατρινίστικη… στη γλώσσα.

Ο θείος Δημήτρης βρίσκεται καθημερινά αντιμέτωπος… με μια κόλλα χαρτί και ένα bic στυλό.

Ο θείος Δημήτρης το παίρνει… το χαρτί… και το διπλώνει πολλές φορές και το κάνει καραβάκι ή σαΐτα.

Ο θείος Δημήτρης είναι ένας μικρός… γέρος.

Ο θείος Δημήτρης ανοίγει τα πόδια του… για να υποδεχθεί την καταιγίδα.

Ο θείος Δημήτρης είναι ευφυής… που εμπλουτίζει τη ζωή του με ανούσιες λεπτομέρειες.

Ο θείος Δημήτρης βάζει… το κλειδί στην πόρτα, δυο στροφές και ένα τρίξιμο μετά.

Ο θείος Δημήτρης πετάει… το κορμί του στο κρεβάτι.
Ο θείος Δημήτρης ταλαιπωρεί το νου του… στο απροχώρητο.

Αν δεν ήμουν η Εύα…..θα ήθελα να ήμουν ο θείος Δημήτρης.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Γερόγριες

Έχω υποσχεθεί στη μαμά ότι δεν θα κάνω φασαρίες, ούτε θα γυρεύω μπελάδες, γιατί λέει ότι δεν θα αντέξει να την πάρουν μια μέρα τηλέφωνο από το Αστυνομικό Τμήμα (στην καλύτερη) ή από κανένα νοσοκομείο (στη χειρότερη) και να της πουν έλα να πάρεις το παιδί σου. Αλλά όταν βλέπω γέρους και γριές (για λόγους συντομίας γερόγριες) τις ώρες αιχμής, στα ΜΜΜ, στο ΙΚΑ, στις Τράπεζες και γενικά όπου υπάρχει ουρά και πολυκοσμία με πιάνουν τα νεύρα μου.

Ώρα αιχμής και γέρος πάνε μαζί. Υποτίθεται ότι είναι χαλαροί, μιας και δεν δουλεύουν. Υποτίθεται ότι έχουν άπλετο χρόνο και υποτίθεται ότι θα πρέπει να διευκολύνουν όλους αυτούς που εργάζονται και βιάζονται, γιατί κάποια στιγμή ήταν στη θέση τους. Αλλά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο! Ουρές στις Τράπεζες, ουρές στο ΙΚΑ, ουρές στο Ταχυδρομείο και θέλουν να τους δώσεις και τη θέση σου, γιατί όπως λένε είναι ‘γέροι άνθρωποι’. Αν είσαι τόσο γέρος και τόσο ανήμπορος, τότε πώς ήρθες ως εδώ; Αλλά και γι’ αυτό έχουν την απάντηση!

Τι ακριβώς κάνει ένας ηλικιωμένος στις 8:15 μέσα σε λεωφορείο που κατευθύνεται σε σταθμό μετρό; Η απάντηση είναι εύκολη. Πιάνει την θέση σε αυτόν που ξυπνάει από τις 7:00, σχολάει - στην καλύτερη των περιπτώσεων - στις 19:00 και καταλήγει στο κρεβάτι του καλές 12:00 π.μ. Και όλη αυτή η φασαρία γίνεται για να πάει να πληρώσει ένα λογαριασμό ή να δει αν μπήκαν τα λεφτά της σύνταξης στην Τράπεζα ή να κλείσει ραντεβού για εξέταση ούρων.

Τι να εξηγήσω; Ότι υπάρχει και άλλη ώρα να τα κάνει αυτά; Δεν μπορεί να ξεκολλήσει το μυαλό του από την εποχή που εργαζότανε και που έτρεχε να τα προλάβει όλα. Του είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθεί ότι στις 8:00 που στήνεται στην ουρά για να πληρώσει ένα λογαριασμό κάποιος άλλος που είναι στη μέση ή στο τέλος της ουράς, πιάνει δουλειά στις 8:00, 8:30, 9:00 και έχει πραγματικό λόγο που είναι εκεί τέτοια ώρα.

Σήμερα ήταν μια τέτοια μέρα. Κάθομαι στο λεωφορείο, στη θέση, όπως μπαίνεις αριστερά, δεύτερη σειρά δεξιά, παράθυρο και στην επόμενη στάση (η οποία είναι στο ΙΚΑ, έχει σημασία που το αναφέρω) μπαίνουν 6-10 γερόγριες. Ο τελευταίος λοιπόν από αυτούς δεν βρήκε, όπως είναι λογικό, θέση (λεωφορείο είναι, όχι το BADMINTON) και αφού το βλέμμα του περιπλανήθηκε κατά μήκος και κατά πλάτος του λεωφορείου, είπε να κάνει το λάθος να μου μιλήσει (πού πας ρε Καραμήτρο;). Το θάρρος δεν κατάλαβα που το βρήκε! Μάλλον του φάνηκα μικρή και αθώα! (στο ένα από τα 2 έπεσε μέσα! στο μικρή βέβαια!).

Διάλογος των δυο μας:
- ‘σήκω να κάτσω εγώ που είμαι γέρος άνθρωπος;’
- ‘όχι!’
- ‘γιατί;’
- ‘γιατί, την έχω reserve όλο το χειμώνα’.

Και αρχίζει ο γερόγριος ένα ακαταλαβίστικο παραλήρημα για τους νέους και τις νέες που δεν σέβονται τίποτα, για το ότι κοπροσκυλιάζουμε όλη μέρα και άλλα τέτοια συναφή.

Το ‘η σιωπή μου προς απάντηση σου’ είναι κάτι που εφαρμόζω αρκετά συχνά στη ζωή μου. Επειδή, μάλλον, το ότι, δεν ίδρωσε το αυτί μου τον ενόχλησε αρκετά, άρχισε το στενό μαρκάρισμα, το προσωπικό και χυδαίο μαρκάρισμα. Ξεκίνησε με το ότι δεν έχω ανατροφή, ότι λυπάται τους γονείς μου για το παιδί που μεγαλώσανε και τελείωσε με το ότι θα ήθελε να πάθει και ο παππούς μου τα ίδια.

Ποιός με είδε και δεν με φοβήθηκε! Μα το Θεό μου ξύπνησε τα δολοφονικά - ζωώδη ένστικτα, που τα είχα ρίξει σε χειμερία νάρκη εδώ και πολύ καιρό. Παρόλα τα νεύρα, κράτησα την ψυχραιμία μου, σεβάστηκα την ηλικία του και του είπα μόνο ένα: ‘ότι δεν καταλαβαίνω πως καταφέρνει να περπατάει στα 2 πόδια αφού είναι ζώο’.

Φαντάζομαι ότι αυτή δεν είναι απάντηση σε έναν άνθρωπο τέτοιας ηλικίας, αλλά αυτή ήταν η μέγιστη ευγένεια με την οποία θα μπορούσα να απαντήσω εκείνη τη στιγμή. Δεν χρησιμοποίησε μια απλή, αλλά συνάμα τόσο πλούσια σε σημασία, λέξη: 'σε παρακαλώ'.


Πόσο δύσκολο είναι τελικά να είμαστε δίποδα 'ζώα' και όχι τετράποδα, να είμαστε ευγενείς και όχι με το ζόρι 'κύριοι με τρόπους', να αφήνουμε χώρο και όχι να σπρώχνουμε, να χαμογελάμε και να μην κατσουφιάζουμε, να είμαστε....ΟΜΟΡΦΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2008

Μαμάκα, αφιερωμένο!

Όπως κάθε χρόνο, την 1η Νοεμβρίου είναι του Αγ. Κοσμά & Δαμιανού των Αναργύρων, κοινώς, των Αγ. Αναργύρων (μεγάλη η χάρη τους Παναγίτσα μου). Η κυρία Μαρία (μάνα-μητέρα-μανούλα), με είχε ενημερώσει αρκετές μέρες πριν, ότι θα έπρεπε να την συνοδεύσω. Τι να κάνω η δόλια η κόρη, πήρα την μεγάλη απόφαση και πήγαμε να προσκυνήσουμε.
Τις εκκλησίες τις αποφεύγω σαν το διάολο το λιβάνι, αλλά η γκρίνια της κας Μαρίας αν δεν της έκανα το χατίρι, ήθελε πολλά κιλά υπομονής. Και εγώ, λόγω ηλικίας και ιδιοσυγκρασίας δεν έχω (κιλά υπομονής δεν έχω, γιατί απ' τα άλλα μπορώ να σας μοιράσω).
Έξω, λοιπόν, από την εκκλησία είχαν στήσει οι πιστοί υπάλληλοι του ναού ένα κιόσκι για τα κεριά. Η κυρία Μαρία σαν καλή χριστιανή που είναι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βγάζει το μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα, ανοίγει το μικρό τσαντάκι, βγάζει 2 ευρώ, κλείνει το μικρό τσαντάκι, ανοίγει τη μεγάλη τσάντα, βάζει μέσα το μικρό τσαντάκι, κλείνει τη μεγάλη τσάντα και περιμένει στην ουρά, συνοδευόμενη από τα μούτρα μου.
- "Τί κάνεις εκεί;" τη ρωτάω.
-" Έβγαλα λεφτά για να αγοράσω κερί, μου απαντάει".
- "Να 'αγοράσεις' ";;;
-"Ναι, κοίτα, έχει τιμή στα κεριά".
Κερί άσπρο 50 λεπτά, κερί μπεζ (ξέρετε αυτό το σκατοκουραδί το χρώμα - να ταιριάζει μετά μούτρα του Εφραίμ), λαμπάδα 2 ευρώ.
Πίσω από το stand (!!!) των κεριών ήταν ένας μεσήλικας άντρας, ο οποίος δεν ξέρω -και δεν με αφορούσε- αν ήταν υπεύθυνος/ανεύθυνος καντηλανάφτης - κεροπωλητής, αλλά σ' αυτόν απευθύνθηκα.Τον ρώτησα ευγενικά, το λόγο και το ρόλο της τιμής στα κεριά. Ο ανήρ αυτός μου έριξε ένα περιφρονητικό βλέμμα, του στυλ "Ωχ, καημένη, όρεξη έχεις" και πήγε να διώξει ένα αθίγγανο πανέμορφο κοριτσάκι, που πωλούσε τα ίδια κεριά, στην τιμή του " ότι θέλεις δώσε μου".
Στροφάρισε γρήγορα το μυαλό μου, παραμέρισα τα νεύρα μου, έριξα την πίεση σε φυσιολογικά επίπεδα και μετά την παρέμβαση της κας Μαρίας, είπα να μην σχολιάσω την στάση του "κυρίου".
Προχώρησα στα σκαλιά της εκκλησίας και εκεί με περίμενε μια δεύτερη, ακόμα πιο ''ευχάριστη'' έκπληξη.
Στο πρώτο βήμα που έκανε το μαύρο-λεοπάρ μπαλαρινέ πατούμενό μου, συγκρούστηκε με μια μπότα μεγάλου μεγέθους. Επειδή δεν φημίζομαι για το ύψος μου (για τυχόν σχόλια, αρκεί να πω ότι οι κοντές γυναίκες είναι ευκολοκουμαντάριστες), αναγκάστηκα να σηκώσω την κάρα μου προς τους ουρανούς και να αντικρύσω έναν άντρα σε διαστάσεις XXL (χιχιελ, που λέει και η κυρία Μαρία).
-"Περίμενε", μου λέει.
-"Γιατί;", ρωτάω.
-"Έχει κίνηση μέσα", απαντάει.
-"Καλά κάπου θα βρω να το παρκάρω", του λέω.
-"Αστειάκια;", μου λέει με ύφος.
-"Νευράκια;", απαντάω με ύφος επίσης.
Κοντά στο αυτί μου, τα μελωδικά σύμφωνα και φωνήεντα της κυρίας Μαρίας: 'ρεζίλι με έκανες πάλι. Μια με τα κεριά, μια μ' αυτόν'. Της χαμογέλασα γλυκά.
Ο bodyguard Μπουρναζίου μετά από δύο λεπτά μας άφησε να περάσουμε. Προφανώς λάσκαρε η κίνηση. Η σφυρίχτρα του τροχονόμου, είναι ακόμα στα αυτιά μου..........

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Γελάτε κάνει καλό

Δευτέρα σήμερα, δύσκολη μέρα, ας γελάσουμε λίγο:

Μια μέρα ο Θεός και ο Αδάμ συζητούσαν.
Ρωτάει λοιπόν ο Αδάμ τον Θεό.
- "Γιατί έκανες την Εύα τόσο απαλή και και τρυφερή;"
- "Για να την θέλεις".
Ξαναρωτάει ο Αδάμ τον Θεό.
- "Γιατί έκανες την Εύα τόσο ελκυστική;"
- "Για να την θέλεις" απαντάει ο Θεός.
Μετά από λίγο ξαναρωτάει ο Αδάμ τον Θεό,
- "Γιατί έκανες την Εύα τόσο ηλίθια;"
- "Για να σε θέλει απαντάει ο Θεός..."
_______________________________________________


Πως καταλαβαίνουμε ότι ο Αδάμ και η Εύα δεν ήταν Κινέζοι;

Αν ήταν Κινέζοι δε θα έτρωγαν το μήλο, αλλά το φίδι!
_______________________________________________



Μετά από μερικές μέρες στην καινούρια γη, ο Θεός είπε στον Αδάμ:
- "Είναι πλέον καιρός να αρχίσετε τη διαδικασία δημιουργίας πληθυσμού της γης, γι' αυτό θέλω να φιλήσεις την Εύα."
- "Μάλιστα, Κύριε", απάντησε ο Αδάμ, "αλλά, τι είναι το φιλί;"
Ο Θεός έδωσε μερικές σύντομες οδηγίες στον Αδάμ, ο οποίος πήρε την Εύα από το χέρι και την πήγε πίσω από κάτι θάμνους.
Μετά από λίγα λεπτά γύρισε ο Αδάμ και είπε:
- "Σ' ευχαριστώ, Κύριε, ήταν πολύ ευχάριστο!"
Ο Κύριος απάντησε:
- "Ναι, Αδάμ, ήμουν σίγουρος ότι θα σου αρέσει.Τώρα θέλω να χαϊδέψεις την Εύα."
Και ο Αδάμ είπε:
"Τι είναι χάδι;"
Έτσι ο Κύριος ξανά έδωσε μια σύντομη περιγραφή και ο Αδάμ πήγε στους θάμνους με την Εύα.Μετά από λίγα λεπτά επέστρεψε χαμογελαστός και είπε:
- "Κύριε, αυτό ήταν ακόμη καλύτερο από το φιλί."
Και ο Κύριος είπε:
- "Τα πήγες πολύ καλά, Αδάμ. Και τώρα θέλω να κάνεις έρωτα στην Εύα."
Και ο Αδάμ ρώτησε:
- "Τι είναι το 'κάνω έρωτα', Κύριε;"
Έτσι ο Κύριος πάλι έδωσε οδηγίες στον Αδάμ και ο Αδάμ πήγε ξανά στην Εύα πίσω από τους θάμνους για να εμφανιστεί ξανά μετά από μερικά δευτερόλεπτα, αυτή τη φορά, και να ρωτήσει:
- "Κύριε, τι είναι πονοκέφαλος;..."
______________________________________________


Γιατί έπλασε ο Θεός πρώτα τον Αδάμ; Για να προλάβει να πει κι αυτός κάτι...

______________________________________________

Τι εθνικότητας ήταν ο Αδάμ και η Εύα;
Σοβιετικοί.
Γιατί;
Είχαν ένα μήλο να το φάνε μισό, ήταν εντελώς γυμνοί και νόμιζαν ότι βρίσκονταν στον Παράδεισο.

_______________________________________________


Ήταν κάποτε στον παραδείσο ο Αδάμ και η Εύα.
Κάποια στιγμή ο Θεός αποφάσισε να τους κάνει δύο δώρα.
Εμφανίστηκαν λοιπόν μπροστά Του και περίμεναν να Τον ακούσουν.
Λέει τότε ο Θεός:
- Τα δώρα είναι 2, ένα για τον καθένα σας, να διαλέξετε.
Το 1ο, είναι το χάρισμα να μπορείτε να κατουράτε όρθιοι!
Λέει κι ο Αδάμ βιαστικά:
- Αααα, τι ωραία, πάντα το ήθελα αυτό, και θα μου διευκολύνει τη ζωή, α, τι ωραία εγώ αυτό το δώρο θέλω!
Απαντάει τότε ο Θεός:
- Είσαι σίγουρος Αδάμ ότι θες αυτό το δώρο;
- Ναι, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι αυτό θέλω!
Ο Θεός λοίπον του δίνει το δώρο του.
Ο Αδάμ φεύγει ικανοποιημένος και αρχίζει να χρησιμοποιεί το καινούργιο του χάρισμα! Λέει τότε ο Θεός στην Εύα:
- Ελπίζω να μην σε πειράζει που του έδωσα αυτό το δώρο, έχει μείνει το 2ο όμως για εσένα...
Απαντά λοιπόν η Εύα:
- Όχι δεν με πειράζει καθόλου. Ποιο είναι όμως το 2ο δώρο;
Και ο Θεός απαντά:
- Η εξυπνάδα Εύα μου, η εξυπνάδα!!...

________________________________

Η Εύα ήταν ζηλιάρα και έκανε σκηνή ζηλοτυπίας στον Αδάμ.

-Με απατάς!Πήγες με άλλη!

-Μα αφού είσαι η μοναδική στη Γη.

-Πήγες με άλλη, δεν μου το βγάζεις από το μυαλό!

Με τα πολλά ησύχασαν και πήγαν για ύπνο. Μετά από λίγη ώρα ξυπνάει ο Αδάμ από ένα απότομο πόνο στα πλευρά και βλέπει την Εύα πάνω του.

-Τί κάνεις εκεί;

-Μετράω τα πλευρά σου.

______________________________________

Ο Παράδεισος ήταν πολυπληθέστατος, γι'αυτό ο Άγιος Πέτρος άρχιζε να κάνει ερωτήσεις κουίζ για να δει ποιός θα έμπαινε μέσα. Ένας άνδρας, καθώς προχωρούσε προς τον Παράδεισο, πλησιάζει στις πύλες:

-Ποιός ήταν ο πρώτος άντρας; τον ρωτάει ο Άγιος Πέτρος.

-Ο Αδάμ.

-Σωστό. Πέρασε.

Σύντομα ένας άλλος άντρας πλησίασε στις πύλες του παραδείσου:

-Πού ζούσαν ο Αδάμ και η Εύα, τον ρωτάει ο Άγιος Πέτρος.

-Στην Εδέμ.

-Σωστά. Πέρασε.

Λίγο αργότερα ήρθε και ένα θηλυκό.

-Δυστυχώς, αυτή η ερώτηση είναι δύσκολη, της λέει:

-Τί είπε η Εύα όταν συνάντησε τον Αδάμ για πρώτη φορά;

- Hmmm, this is so hard!!!

και ο Άγιος Πέτρος...

-...Την τρέλα μου γαμώ...σωστό...πέρασε!!!